"Ποιος έφτιαξε τον κόσμο;
Ποιος έφτιαξε τον κύκνο και τη μαύρη αρκούδα;
Ποιος έφτιαξε την ακρίδα;
Τούτην εδώ την ακρίδα, εννοώ – αυτήν που ξεπήδησε από το
χορτάρι
Αυτήν που τρώει ζάχαρη από το χέρι μου
Που κουνάει τα σαγόνια της πέρα-δώθε αντί για πάνω-κάτω
Που κοιτάζει γύρω με τα μεγάλα περίπλοκα μάτια της.
Τώρα σηκώνει τα μπροστινά της πόδια και πλένει σχολαστικά το
πρόσωπό της.
Τώρα τινάζει τα φτερά της, και πετώντας επιπλέει μακριά.
Δεν ξέρω ακριβώς τι είναι η προσευχή.
Ξέρω να δίνω προσοχή, να πέφτω στα τέσσερα στα χόρτα,
να γονατίζω και να περιπλανιέμαι στα λιβάδια,
να είμαι ήσυχη κι ευλογημένη,
Και αυτό ακριβώς κάνω όλη μέρα.
Πες μου, τι άλλο θα ‘πρεπε να κάνω;
Όλα δεν πεθαίνουν τελικά, και πολύ σύντομα μάλιστα;
Πες μου, εσύ τι σχεδιάζεις να κάνεις
Σ’ αυτή τη μία, αδάμαστη,
πολύτιμη ζωή σου;"
Mary Oliver, 1990.
(μτφ. Ελενα Γκώγκου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου